Talking Drum

Παρασκευή, Οκτωβρίου 27, 2006

Bean is God!

Πέμπτη, Οκτωβρίου 26, 2006

Οι ωραίες Τρίτες

Κάθε Τρίτη τα τελευταία 4 χρόνια πηγαίνω στο Ωδείο μου στο Κουκάκι και μαθαίνω να παίζω κρουστά. Θεωρητικά θα μπορούσα να έχω τελειώσει τώρα αλλά τελειώνει ποτέ η μουσική;

Κατά καιρούς έχω σκεφτεί να σταματήσω για διάφορους λόγους και αφορμές: έλλειψη χρόνου, χρημάτων, τραυματισμούς, βάλε και το γεγονός ότι άρχισα σχετικά αργά και πάντα είναι στο πίσω μέρος του μυαλού μου η σκέψη «και που θα πάει αυτή η ιστορία, αφιερώνω χρόνο στο να μελετάω και που θα με βγάλει; Αφού δεν θα μπορέσω ποτέ να το κάνω επαγγελματικά.»

Κάθε φορά που με πιάνει επανέρχομαι μετά από λίγο καιρό, γιατί απλά δεν μου είναι εύκολο να σταματήσω. Δεν έχει πλάκα χωρίς αυτό. Τα τελευταία 4 χρόνια ο κόσμος είναι διαφορετικός λόγω της μουσικής. Η καμπάνα της εκκλησίας απέναντι από το σπίτι μου παίζει τρίηχα τετάρτων, το τραίνο στο μετρό παίζει σχήματα δεκάτων έκτων, η κοπέλα που περπατάει μπροστά μου στον δρόμο με τα ψηλοτάκουνα μου προσφέρει ένα χαλί από όγδοα για να αυτοσχεδιάσω ρυθμούς μες το μυαλό μου και το γραφείο μου στην δουλειά έχει βαθύ ντούμ και πολύ δυνατό σλαπ (πράγμα που δεν ενθουσιάζει καθόλου μα καθόλου τους συναδέλφους μου).

Δεν ξέρω αν θα με βγάλει κάπου αυτή η ιστορία. Να σου πω, δεν με νοιάζει τόσο πολύ τελικά το αν θα με βγάλει κάπου. Υπάρχουν κάποιες στιγμές που συνυπάρχω με άλλους μουσικούς, είτε μπροστά από κοινό είτε σε πρόβες δεν έχει σημασία, που συμβαίνει κάτι μαγικό. Δεν συμβαίνει πάντα, αλλά όταν συμβαίνει είναι τόσο ωραίο συναίσθημα που δεν περιγράφεται με λέξεις, τόσο ωραίο είναι. Η αιτία που δυσκολεύομαι να αφήσω την μουσική είναι αυτές οι στιγμές, να ναι καλά οι ωραίες Τρίτες που μου ανοίγουν τις πόρτες σ’ αυτές.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 25, 2006

Keep Walking

Τρίτη, Οκτωβρίου 24, 2006

No Direction Home

Ξαναείδα τις προάλλες το πολύ καλό ντοκιμαντέρ του Σκορτζέζε για τον Μπόμπ Ντύλαν και μου έχει καρφωθεί μια φράση από την ταινία που σήμερα έχει μάλλον χάσει το νόημά της. Την λέει ένας ζωγράφος που μιλάει για τον Ντύλαν, δυστυχώς δεν θυμάμαι το όνομά του, κάνει ένα μικρό πέρασμα στην ταινία.

Λέει πως εκείνη την εποχή στο καλλιτεχνικό χώρο δεν κρινόσουν από το πόσο πουλούσες. Το χρήμα δεν είχε τέτοιου είδους αξία. Αυτό που είχε σημασία, αυτό που σε χαρακτήριζε, ήταν το αν είχες κάτι να πεις. Έλεγες στους φίλους σου, «πάμε να ακούσουμε τον τάδε;» και σου απαντούσαν «έχει κάτι να πει;»

Στο προηγούμενο τεύχος της Lifo ο συγγραφέας Πέτρος Μάρκαρης λέει πως μόλις καταρρίφθηκαν οι ιδεολογίες (που είχαν τα στραβά τους αλλά είχαν και τα καλά τους τελικά), το κενό που δημιουργήθηκε το κάλυψε το χρήμα (εκείνος το λέει καλύτερα από μένα). Έτσι φύγαμε από το «έχει κάτι να πει;» και φτάσαμε στο «μπορεί να μην εξαφανίσει την Ακρόπολη αλλά θα εξαφανίσει σίγουρα τα εισιτήρια».

Ευτυχώς θα υπάρχουν πάντα άνθρωποι που έχουν κάτι να πουν και θα υπάρχουν πάντα άνθρωποι που θα θέλουν να ακούσουν, όπως και θα υπάρχουν πάντα φελλοί που θα επιπλέουν ανάμεσα τους. Απλά στην εποχή μας οι φελλοί είναι πολυπληθέστεροι. Αυτό ειν’ όλο.

Διαβάστε οπωσδήποτε:

Με νοοτροπία νεόπλουτου από την Καθημερινή.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 23, 2006

Της Νύχτας τα καμώματα...

Παρασκευή προς Σάββατο ξημερώματα οι δύο καλύτεροι μου φίλοι είχαν βγει για ένα ποτό στου Ψυρρή. Περνούσανε καλά και η κουβέντα πήγε σε μένα. Συνειδητοποίησαν πως είχαμε πολύ καιρό να τα πούμε οι τρεις μας και πως με είχαν πεθυμήσει. Αποφάσισαν λοιπόν να μου κάνουν μια επίσκεψη. Περάσανε από το γνωστό μαγαζάκι που έχει η περιοχή που τέτοια ώρα ξεφουρνίζει λαχταριστά κουλούρια, σταφιδόψωμα και λουκουμάδες και επειδή ξέρουν πόσο κοιλιόδουλος είμαι μου πήραν ένα λουκουμά.

Μέχρι να φτάσουν στο σπίτι μου στο Μετς είχε πάει δυόμισι η ώρα και τα φώτα ήταν όλα κλειστά. Χτύπησαν το κουδούνι αλλά δεν απάντησα. Με πήρανε τηλέφωνο αλλά το είχα κλειστό. Επειδή το διαμέρισμά μου είναι στο ισόγειο αποφάσισαν να μου χτυπήσουν στο τζάμι αλλά είχα τα ρολά κατεβασμένα. Άρχισαν λοιπόν να μου χτυπάνε τα ρολά. Επειδή είχαν πολύ κέφι που θα ξαναβρισκόμασταν άρχισαν να κάνουν πλάκα και να μου φωνάζουν να τους ανοίξω και γελούσαν. Σε κάποια φάση είδαν να ανάβει φως αλλά με απορία είδαν πως έκλεισε αμέσως. Περίμεναν λίγο να τους ανοίξω και μετά συνέχισαν να μου χτυπάνε και να γελάνε που θα βλέπανε τη φάτσα μου αγουροξυπνημένη, αλλά τίποτα.

Βαρέθηκαν να περιμένουν και πήγανε σε μια πλατεΐτσα που έχει κοντά στο σπίτι μου και κάτσανε σε ένα παγκάκι να φάνε τους λουκουμάδες τους. Γελάγανε με την όλη φάση και αποφάσισαν να μου γράψουν ένα αστείο σημείωμα για να το βρω το πρωί. Το ρολό στο τζάμι της κουζίνας είναι πάντα ανοιχτό επειδή είναι χαλασμένο και το παράθυρο είναι από αυτά με τα πολλά οριζόντια τζαμάκια από τα οποία λόγω παλαιότητας έχουν κενά μεταξύ τους. Την ώρα που χώνανε το σημείωμα ανάμεσα στα τζαμάκια και χασκογελούσαν εμφανίστηκε ξαφνικά η φάτσα μου μπροστά τους μέσα από τα σκοτάδια και ξεστόμισε «πάτε καλά;!!! Τι κάνετε τέτοια ώρα;!!! Πηγαίνετε στα σπίτια σας!!! Αϊ στο διάολο βραδιάτικα!!!!» και εξαφανίστηκε.

Οι φίλοι μου παγώσανε και σταμάτησαν να γελάνε. Φύγανε και στο δρόμο συμφώνησαν πως δεν περίμεναν τέτοια αντίδραση από μένα. Ίσως δεν κατάλαβα ποιοι ήταν. Μπα σίγουρα κατάλαβα και δεν ήταν τρόπος αυτός. Και γύρισαν σπίτια τους με άσχημη διάθεση.

Παρασκευή προς Σάββατο ξημερώματα ξύπνησα από βαθύ ύπνο από έναν δυνατό θόρυβο στα ρολά. Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά. Στην αρχή νόμιζα ότι γινότανε σεισμός, μετά άκουσα φωνές και περισσότερα χτυπήματα. Άνοιξα το φως. Χθες μου είπαν πως έγινε μια διάρρηξη στην γειτονιά και αμέσως στο μυαλό μου πήγε το κακό. Σκέφτηκα πως ήρθε η σειρά μου και έκλεισα αμέσως το φως. Άκουσα πάλι φωνές και αναγνώρισα τις φωνές των φίλων μου. Ο αρχικός τρόμος έγινε ανακούφιση και μετά εκνευρισμός. Κοίταξα το ρολόι μου. «Μα τι θέλουν τέτοια ώρα; Μάλλον τα χουν πιει και ποιος τους κάνει καλά τώρα. Αν δεν τους απαντήσω θα καταλάβουν πως κοιμάμαι και θα φύγουν.» Άκουσα τις φωνές τους να απομακρύνονται και ηρέμησα.

Άρχισε να με παίρνει σιγά-σιγά ο ύπνος όταν άκουσα πάλι έναν θόρυβο σαν να ανοίγει το τζαμάκι της κουζίνας και πνιχτά γέλια. Με πλημμύρησε η οργή. Δεν σκεφτόμουν, το μόνο που καταλάβαινα ήταν η παραβίαση του χώρου μου. Έτρεξα στην κουζίνα και φώναξα «πάτε καλά;!!! Τι κάνετε τέτοια ώρα;!!! Πηγαίνετε στα σπίτια σας!!! Αϊ στο διάολο βραδιάτικα!!!!».

Γύρισα στο κρεβάτι μου αλλά δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Διάβασα λίγο από το βιβλίο μου αλλά δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ έτρεμα από τα νεύρα. «Μα πως μπόρεσαν να το κάνουν αυτό;» σκεφτόμουν. «τι μαλακία πλάκα ήταν αυτή; Να με κάνουν να χεστώ πάνω μου». Σηκώθηκα ήπια μερικές ρακές και κάπνισα όλο το πακέτο που είχε ξεχάσει η κοπέλα μου στο σπίτι (υποτίθεται πως το έχω κόψει). Με πήρε ο ύπνος κατά τις πέντε το πρωί.

Τρεις ώρες αργότερα ξύπνησα πάλι βίαια με την στριγκλιά ενός τρυπανιού μέσα στο κεφάλι μου. Ένα συνεργείο της ΔΕΗ έβαζε ένα καινούριο ρολόι στον τοίχο δίπλα στ’ αυτί μου. Σηκώθηκα βρίζοντας και μετά γίνανε όλα σκατά. Με τα νεύρα μου τσιτωμένα πήρα τηλέφωνο τους φίλους μου για εξηγήσεις και αντί για την συγνώμη τους, που την θεωρούσα δεδομένη, έλαβα παγωμάρα και σαρκασμό. Και τώρα κυριαρχούν οι εγωισμοί. Κανείς μας δεν κάνει πίσω γιατί όλοι από την πλευρά μας έχουμε δίκιο. Και τώρα μας τρώει όλους ένα παράπονο και μια συγνώμη.

Σήμερα το πρωί που έχω χορτάσει ύπνο και τα βλέπω όλα καθαρά δεν ανησυχώ. Οι αληθινοί φίλοι δεν μένουν τσακωμένοι για πολύ καιρό για τέτοιες μαλακίες. Με τον καιρό οι εγωισμοί κοπάζουν και τα βρίσκουν. Στο μέλλον που θα πίνουμε ρακόμελα κάπου ζεστά και θα κοιτάζουμε πίσω σ’ αυτό το ανόητο συμβάν και θα γελάμε σαν τα βλαμμένα. Όπως κάναμε πάντα.

Στους φίλους μου

Παρασκευή, Οκτωβρίου 20, 2006

Ο Papa Mali

Ο Papa Mali είναι μουσικός. Μια μέρα τον πήγανε σε ένα μακρινό τόπο όπου ζούσε η ανέχεια και η φτώχια. Εκείνος ζήτησε να γνωρίσει τους ντόπιους μουσικούς και ανακάλυψε έναν μουσικό θησαυρό. Άνθρωποι απλοί έπαιζαν μαζί μουσική θεϊκή με όργανα που δεν είχε ακούσει ποτέ. Ο Papa Mali παθιάστηκε και είχε μια ωραία ιδέα.

Γύρισε στον τόπο του και έστειλε μια πρόσκληση σε όλους τους μουσικούς που γούσταρε. Ανθρώπους διάσημους για την τέχνη τους. Τους υποσχέθηκε ένα μακρινό ταξίδι γεμάτο εμπειρίες. Το μόνο αντίτιμο που έπρεπε να καταβάλουν ήταν ο χρόνος τους.

Όλοι εκτιμούσαν τον Papa Mali και δέχτηκαν (κάνα δύο χάσανε το ταξίδι μόνο επειδή άργησαν να ξυπνήσουν, τα ρεμάλια). Ταξίδεψαν λοιπόν με οδηγό τον Papa Mali στον μακρινό αυτό τόπο, άκουσαν, είδαν, συμμετείχαν και μαγεύτηκαν κι εκείνοι. Και στον δρόμο του γυρισμού είπαν όλοι εν χορώ, (γιατί ήταν μουσικοί) «έχω κάνει πολλά ταξίδια, αλλά αυτό είναι το πιο ωραίο ταξίδι που έχω κάνει».

Ο Papa Mali έλαβε ένα ερέθισμα και αποφάσισε πως κι άλλοι άνθρωποι θα έπρεπε να έχουν την ίδια τύχη μ’ αυτόν. Και από την ενέργεια ενός ανθρώπου βγαίνουμε όλοι κερδισμένοι, οι μουσικοί που έκαναν το όμορφο ταξίδι, οι άνθρωποι του μακρινού τόπου που η φωνή τους ακούστηκε μακρύτερα, κι εμείς που χαιρόμαστε που υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που υλοποιούν τις ωραίες τους ιδέες.

Διαβάστε:

Damon Albarn: Journey into the beating heart of Africa

Damon Albarn: Biography

Πέμπτη, Οκτωβρίου 19, 2006

Αρχή

Νιώθω την ανάγκη να δικαιολογήσω την ύπαρξη αυτού του blog. Ίσως δεν θα έπρεπε, ανάγκη είναι όμως αυτή…. Με αφορμή μια κουβέντα που έκανα με την κοπέλα μου χθες το βράδυ σχετικά με την σχέση της τέχνης με το χρήμα (τι βαρύγδουπες κουβέντες είναι αυτές που κάνουμε αγάπη μου;) αποφάσισα σήμερα να ξεκινήσω αυτό το blog. Εγώ υποστήριζα χθες το βράδυ πως η τέχνη είναι έξω από το παιχνίδι του Καπιτάλισμου…

«Ωχ θα μας κουράσεις τώρα». Όχι, όχι διάβασον με και browse-on δε.

Κάποιος που σπουδάζει 6 χρόνια για να γίνει στέλεχος στον χώρο του Μάρκετινγκ βλέπει τον χρόνο του ως επένδυση. «Κύριοι, ξόδεψα χρόνο και χρήμα ανταμείψτε με» λέει. Ένας τρομπετίστας που ξοδεύει όλη του την ζωή στην μελέτη το κάνει για άλλους λόγους, όχι για τα φράγκα (οκ πρέπει να ζήσει κιόλας ο άνθρωπος οπότε θα παίζει να βγάζει και τον επιούσιο) αλλά βασικά το κάνει επειδή το έχει ανάγκη για να το κάνει. Η ανάγκη του αυτή είναι υπεράνω χρημάτων.

Εδώ και 5 χρόνια επιχειρώ να γράψω ένα σενάριο και να πιάσω την καλή (δεν έχω γράψει ούτε μια γραμμή της προκοπής). Εδώ και 15 χρόνια ασχολούμαι με την μουσική και πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου είναι να πιάσω την καλή (περισσότερα λεφτά μου τρώει παρά μου δίνει). Κατέληξα πως δεν κάνω τίποτα με αληθινό πάθος επειδή έχω εν ολίγοις κολλήσει τον ιό της εποχής: την εμμονή με το χρήμα. Για να κάνω μια απόπειρα να θεραπευτώ αποφάσισα να ξεκινήσω αυτό το blog. Το κάνω επειδή έχω ανάγκη να το κάνω και όχι για να βγάλω φράγκα. Το κάνω ως εξάσκηση του μέρους του εαυτού μου που φτύνει επιδεικτικά το χρήμα (ποιός είσαι μεγάλε!).

Η σχέση μου με το ίντερνετ ξεκίνησε πριν πολλά χρόνια, σχεδόν από την αρχή του. Όμως δεν ήμουν ποτέ από τους πολύ χωμένους, ήμουν πάντα ένας συμβατικός χρήστης. Χωρίς να το επιδιώξω ιδιαίτερα, το ίντερνετ έπαιξε και παίζει σημαντικό ρόλο στην ζωή μου. Έχω δουλειά χάρη σ’ αυτό, πληρώνομαι από αυτό, ενημερώνομαι κάθε μέρα απ’ αυτό, ακούω μουσική από αυτό, έχω αποκτήσει φίλους μέσω αυτού, μου την έχει σηκώσει ουκ ολίγες φορές, μέχρι και γκόμενα έχω βγάλει στο παρελθόν από αυτό, τι να λέμε. Κι όμως εδώ και μερικά χρόνια δεν έχω καν υπολογιστή σπίτι μου (Γράφω αυτές τις γραμμές από την δουλειά μου ενώ κανονικά θα έπρεπε να εργάζομαι σκληρά, σσσσσστ!). Δεν είμαι άρρωστος με το ίντερνετ ούτε με την τεχνολογία γενικά, αυτά με κυνηγάνε. Άντε, ας μπω κι εγώ στο παιχνίδι λοιπόν και ας γράψω κι εγώ ένα blog.

Να ναι καλά και ο Pitsirikos που με το ξεσηκωτικό του άρθρο του με έφερε κι αυτός, χωρίς να με ξέρει, στο χορό. Τον ευχαριστώ.

Υ.γ. Διαβάστε ένα ενδιαφέρον άρθρο

Does music stil matter?

Ο
Jarvis Cocker, ο Nick Cave, η Beth Orton και ο Anthony κουβεντιάζουν για το παρελθόν το παρόν και το μέλλον της μουσικής.