Talking Drum

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 11, 2006

Κακίες


Οκέϊ οι γενικεύσεις πρέπει να αποφεύγονται ή τουλάχιστον να περνούν από κάποιες εσωτερικές διεργασίες, αλλά καμιά φορά στα φέρνει έτσι, που δεν μπορείς να αντισταθείς και βουτάς ολόκληρος και κολυμπάς περιχαρής μέσα στον βούρκο του στερεότυπου. Τι εννοώ;

Τις προάλλες στον δρόμο προς το γραφείο σταμάτησα σε ένα περίπτερο στο Μαρούσι για να πάρω κάτι, και μπροστά μου ήταν ο τύπος του ανθρώπου που μισώ. Μπούλης, γύρω στα τριάντα-πέντε αλλά με ντύσιμο πλούσιου πενηντάρη, καλογυαλισμένα παπούτσια, παντελόνι με τσάκιση, γαλάζιο πουκάμισο με λευκό γιακά, χρυσά μανικετόκουμπα και μια ηλίθια ροζ γραβάτα.

Μίλαγε στον περιπτερά για το καινούριο τζιπ που αγόρασε πρόσφατα. Χέστηκε ο περιπτεράς κι εγώ μαζί για το τζιπ του. Τον πέτυχα πάλι λίγο πιο κάτω στην διάβαση πεζών με το αυτάρεσκο του χαμόγελο. Τον άνθρωπο αυτόν δεν τον γνώριζα και όμως μόνο η παρουσία του και μόνο με έκανε να θέλω να τον δείρω. Και δεν είναι ότι είχα ξυπνήσει στραβά ή ότι είχα νεύρα, κάθε άλλο, απλά ο άνθρωπος και η γραβάτα του απέπνεαν μαλακία, πώς να το κάνουμε.

Προς στιγμήν σκέφτηκα πως το πρόβλημα το έχω εγώ, ό,τι έχω γίνει μισάνθρωπος και πως πρέπει να σκεφτώ σοβαρά την θεραπεία. Αλλά αμέσως διαψεύστηκα. Την ώρα που περνούσαμε με τον Μπούλη την διάβαση, περίμενε ένας κούριερ πάνω στο μηχανάκι του να ανάψει το πράσινο. Πίσω από την ανωνυμία του κράνους του φώναξε «ωραία γραβάτα! Μαλάκα ε μαλάκα!» και έβαλε μπρος και χάθηκε. Ο Μπούλης δεν έβγαλε μιλιά και πήγε στην δουλίτσα του κι εγώ χαμογέλασα και πήγα στην δικιά μου γεμάτος ικανοποίηση.

Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου.