Λευκή Φωτογραφία
Μια φορά παλιά
Αυτοαποκαλούμουν
«Φωτογράφος».
Έτσι εύκολα.
Είχα μια μηχανή
Που την φορούσα σαν διπρόσωπη μάσκα,
Φίλτρο προστατευτικό
Από τον Κόσμο (μπροστά μου)
Και τον Χρόνο (πίσω μου).
Τράβηξα πολλές-πολλές φωτογραφίες
Λίγες καλές
και πολλές αδιάφορες
Ώσπου μια μέρα σταμάτησα.
Τις χάζευα, θυμάμαι
Χυμένες στο συρτάρι μου
Σιωπηλές
Όλες διαφορετικές μεταξύ τους
Και όμως όλες ίδιες.
Πρόσωπα πολλά, όμορφα τοπία
Άγαρμπα, στεγνά, νεκρά
Γυμνά από ιστορία
Ο φακός δεν ήταν πινέλο για μένα
Το χαρτί δεν ήτανε καμβάς.
Αντίγραφο απ’ το καλούπι του μύθου:
«Φωτογράφος»
Πατούσα το κουμπί μηχανικά.
Δεν είχα καταλάβει τότε,
Γιατί ακόμη ήμουνα μικρός,
Πως ο κόπος μου ήταν στην ουσία
Όλες μια λευκή φωτογραφία.
Αύγουστος 2002